Πέμπτη 7 Οκτωβρίου 2010
οι κουρτίνες
Η μητέρα τα βράδια
γάζωνε κουρτίνες
Όλα τα βράδια
γάζωνε κουρτίνες
Η μητέρα μου
ξαγρυπνούσε
στη "σιγγερ" μηχανή
και
γάζωνε κουρτίνες
Το χάραμα
γέμιζε το σπίτι
σκαμνιά -
πολλά σκαμνιά -
πιο πλατύ
πιο πλατύ
πιο στενό
και πήγαινε λέγοντας
Η μητέρα
κρεμούσε κουρτίνες
πολλές κουρτίνες
τη μια πίσω απ'
την άλλη -
να κρύψει
έλεγε
τα τριμμένα γυαλιά
στα πατώματα και
στα κρεβάτια μας
Για τη μητέρα μου
σας λέω
που ανέβαινε στα σκαμνιά
κι έφτανε μονολογώντας
κάτω απ' τη σκιά της..
Λοιπόν,
το κρεβάτι μου
είναι πάντα σε θέα περίοπτη
μέσα στις νύχτες
που παίρνω τις
φυλακές μου
μεθυσμένα και γρήγορα
στους τοίχους και
στα πατώματα
με βρώμικα κορίτσια
και αχανή αγόρια
δίχως βυθό
στα άβατα
που παραβιάζεται
η βαθιά φωνή μου
Κι αν πάρω
το μικρόφωνο
είναι που πρέπει
είναι που λέω
και πρέπει
να ρίξω μαχαιριά
να κλωτσήσω
τα σκαμνιά -
κλωτσώ τα σκαμνιά
μετέωρη η σκιά
το μπόι της μητέρας -
της δικιάς μου μητέρας -
για το ξενύχτι της, λέω
και παίρνω τα κελιά
στους τοίχους με τα αίματα
που ερωτεύονται
τα βρώμικα κορίτσια
και τ' αχανή αγόρια
το γυμνό κρεβάτι μου
με την ανάμνηση
των τριμένων γυαλιών -
γρέζια που
ενσωματωθήκαμε
και μάθησή μου
πως να φιλώ
πως ν' αγαπώ
πως να διψώ
τον έρωτα..
πάντα βράδια
γιατί τα πρωινά
κοιμάμαι
κοιμάμαι
και κοιμάμαι
δίχως όνειρα..
Γιατί,
η μητέρα μου
μαγειρεύει γυαλιά
τις άοσμες μέρες μας..